Εν μέσω εκδηλώσεων διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα με αφορμή τα πρόσφατα περιστατικά αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ, το θέμα πήρε διαστάσεις viral με αποτέλεσμα να δελεαστούν και οι εταιρικές οντότητες που δραστηριοποιούνται στα social media να τοποθετηθούν επί του θέματος.
Ασφαλώς το όλο θέμα είναι απολύτως σοβαρό και ιδιαίτερα πολυδιάστατο και δεν θεωρούμε ότι μας «πέφτει λόγος» ως προς την ουσία του. Ως σύμβουλοι επικοινωνίας ωστόσο, δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσουμε μπροστά μας ένα case study που αναδεικνύει ενδιαφέρουσες πτυχές για τον τρόπο που ο καθένας προσεγγίζει τη στρατηγική επικοινωνίας την ώρα που καλείται να συμβουλεύσει σχετικά τον πελάτη του.
Πρόκειται λοιπόν για μια καλή αφορμή να θυμηθούμε μια βασική διάκριση που τείνουμε να ξεχνάμε. Οι εταιρικοί λογαριασμοί στα social media συχνά θεωρείται πως έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τους ατομικούς υπό την έννοια ότι εκφράζουν ένα (συλλογικό μεν, αλλά παρ’ όλα αυτά) ξεχωριστό υποκείμενο: την εταιρεία. Αυτό ισχύει ως ένα βαθμό, υπάρχει όμως η εξής διαφορά: ενώ ο ατομικός λογαριασμός μπορεί να δεχθεί κανείς ότι εκφράζει και προωθεί τόσο επαγγελματικές θέσεις όσο και προσωπικά γούστα και απόψεις, ο εταιρικός λογαριασμός έχει μόνο έναν τελικό στόχο: την αναγνωρισιμότητα, ανάδειξη και τελικά τη διεύρυνση του brand με ξεκάθαρα εμπορικό ορίζοντα.
Αν έχουμε ξεκάθαρο αυτόν το διαχωρισμό, μπορούμε πιο εύκολα να αποφασίσουμε τι να συμβουλεύσουμε. Διότι όταν ένας λογαριασμός που τελικά αποσκοπεί στο εμπορικά εννοούμενο όφελος «αγκαλιάζει» viral ρεύματα για να πετύχει το σκοπό του, είναι «ανοικτός» στην κριτική του τύπου: «ζητιανεύεις like πάνω από τον τάφο ανθρώπων». Δεν έχει σημασία αν η κριτική αυτή είναι δίκαιη ή όχι. Σημασία έχει ότι πρέπει να την περιμένει κανείς επικοινωνιακά και να την σταθμίσει πριν ποστάρει το επόμενο «I cannot breathe».